Τρίτη 15 Οκτωβρίου 2019

Βία παντού.


Πλέον η βία δεν αποτελεί την εξαίρεση αλλά τον κανόνα. Βρίσκεται καθημερινά στις οθόνες μας, μας κάνει κοινωνούς της είτε δια της ανοχής, είτε, δια τη συμμετοχής μας. Η βία είναι τόσο κυρίαρχη που για να γίνει αναγνωρίσιμη πρέπει να πάρει διαστάσεις. Μόνο τότε καταδικάζεται συλλήβδην και μετά αρχειοθετείται στη συλλογική μνήμη ως μια από τις πολλές βιωματικές εμπειρίες τύπου, «ωραία, το είδαμε κι αυτό, πάμε παρακάτω». Λίγο αργότερα οι χρήστες αναζητούν νέες καλύτερες πιο δυνατές εμπειρίες βίας από τις προηγούμενες. Ζούμε σε μία κοινωνία που έχει πάθει εθισμό στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και διαμέσου αυτών στην βία κάθε μορφής. Την αναζητά, την αποδέχεται, την σχολιάζει, την εξασκεί, την μοιράζεται.

Δεν έχουν περάσει πολλοί μήνες από τις δολοφονικές επιθέσεις στην Ισλανδία που κόστισαν τις ζωές σε δεκάδες ανθρώπους κι όπου ο δράστης είχε ζωστεί με μία κάμερα με σκοπό να μεταδώσει ζωντανά τον τρόμο και να καλλιεργήσει τη βία. Μέχρι να καταστεί εφικτό να σταματήσει η κυκλοφορία του βίντεο, έχει ήδη γίνει viral σε ολόκληρο τον πλανήτη. Στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν μεταδοθεί μέχρι στιγμής ζωντανά δολοφονίες, αυτοκτονίες, βιασμοί, τρομοκρατικές επιθέσεις.

Μιλάμε τελικά για μέσα κοινωνικής δικτύωσης ή για μέσα κοινωνικής τρομοκρατίας; Το περιστατικό ακραίας λεκτικής βίας το περασμένο Σάββατο στη Λάρνακα φανέρωσε δύο πράγματα.
Πρώτο ότι πλέον δε μιλάμε για κοινή γνώμη αλλά για κοινή διαδικτυακή γνώμη. Επειδή η ηλεκτρονική κοινωνική δικτύωση έχει υπερβεί σε επίδραση όλες τις άλλες μορφές ανθρώπινης επαφής, διαλόγου και επηρεασμού άποψης. Δεύτερο, η πολιτική ορθότητα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης είναι υποκριτική και δε διαθέτει καμία συνέχεια. Αντιθέτως, διαφέρει κάθε φορά αναλόγως του πλαισίου στο οποίο νοηματοδοτείται και οποιαδήποτε ευθεία αναγωγή είναι άτοπη και υπεραπλουστευμένη. Η συντριπτική πλειοψηφία των χρηστών είναι σε θέση να κακίσει μία πράξη ή μία συμπεριφορά τη μια στιγμή και να διαπράξει την ίδια και χειρότερα την επομένη. Είναι σαν να υπάρχει μια μαζική ad hoc διάθεση πολιτικής ορθότητας η οποία εξαφανίζεται αμέσως μετά. Η τάση είναι πάντοτε προς τη βία.

Δεν είναι όμως όλο αυτό και μία αντανάκλαση αυτού που η κοινωνία βλέπει σε θεσμούς και δημόσια πρόσωπα; Πόσες φορές η εκφορά ρατσιστικού, βίαιου ή χυδαίου τρόπου ομιλίας και συμπεριφοράς έγινε αποδεκτή έστω δια της ανοχής ή σιωπής; Και πόσες φορές θεσμικά έχει καταστεί ως κυρίαρχο παράδειγμα η πολιτική ορθότητα, ο σεβασμός, η ανεκτικότητα και η αξιοπρέπεια;

Είναι τελικά τα κοινωνικά δίκτυα αντανάκλαση της κοινωνίας ή γινόμαστε εμείς οι ίδιοι αντανάκλαση αυτών που βλέπουμε και βιώνουμε δια της συμμετοχής μας σε αυτά; Κι αν το ένα τρέφει το άλλο, σε τι σχιζοφρενική βίαιη κοινωνία είμαστε καταδικασμένοι να ζήσουμε;



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου