Δευτέρα 16 Φεβρουαρίου 2015

Πάταξη πορνείας: Η αμφιλεγόμενη πρακτική των «συνεργατών»

Αμφιλεγόμενη μπορεί να χαρακτηριστεί επιεικώς η πρακτική που εφαρμόζει η αστυνομία για την πάταξη της πορνείας. Είναι καλά γνωστό και προκύπτει τόσο από τις ίδιες τις ανακοινώσεις τύπου της Δύναμης, όσο και από υποθέσεις στο δικαστήριο, ότι η αστυνομία επιστρατεύει «συνεργάτες», οι οποίοι αφού πρώτα έρθουν σε συνουσία με τις εκδιδόμενες, πληρώνουν με σημαδεμένα λεφτά, για να ακολουθήσει η σύλληψη, με στόχο να μπορεί να αποδειχθεί το αδίκημα ενώπιον δικαστηρίου.
Η πρακτική αυτή προκαλεί έντονες αντιδράσεις κυρίως από γυναικείες οργανώσεις, οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ΜΚΟ, καθώς θεωρείται ότι αποτελεί κατάφωρη παραβίαση των δικαιωμάτων των γυναικών, οι οποίες είναι πολύ πιθανόν να αποτελούν θύματα σεξουαλικής εκμετάλλευσης και εμπορίας. «Οι περιγραφές των αστυνομικών μεθόδων θίγουν την ανθρώπινη αξιοπρέπεια, προσβάλλουν το κύρος της αστυνομίας, των θεσμών και τον κάθε πολίτη αυτού του κράτους ξεχωριστά», σχολιάζει στον «Π» η πρόεδρος της ΓΟΔΗΣΥ Ξένια Κωνσταντίνου.
Έντονα τίθεται το ερώτημα κατά πόσον είναι απαραίτητο τις γυναίκες αυτές να τις εκμεταλλεύεται το ίδιο το κράτος, πριν προχωρήσει στη «διάσωσή» τους. Η απάντηση της αστυνομίας είναι κατηγορηματική και άμεση: «Δεν έχουμε άλλο τρόπο».

«Δεμένα χέρια»
Η προϊσταμένη του Γραφείου Καταπολέμησης Εμπορίας Προσώπων της αστυνομίας Ρίτα Σούπερμαν ξεκαθαρίζει στον «Π» ότι η πρακτική αυτή είναι καθ’ όλα νόμιμη στη βάση νομοθεσίας που κυρώνει τη Σύμβαση των ΗΕ κατά του Διεθνικού Οργανωμένου Εγκλήματος, αλλά και στη βάση νομολογίας.
Τονίζει ότι η αστυνομία έχει τα χέρια δεμένα, καθώς δεν υπάρχει άλλος τρόπος να στηρίξει υπόθεση σωματεμπορίας ενώπιον δικαστηρίου, αφού η νομοθεσία δεν επιτρέπει την άρση τηλεφωνικών συνδιαλέξεων ή τη χρησιμοποίηση ενώπιον δικαστηρίου ηχογραφημένων συνομιλιών.
Στο εύλογο ερώτημα κατά πόσον είναι σε θέση οι «συνεργάτες» να γνωρίζουν αν η εκδιδόμενη με την οποία θα έρθουν σε συνουσία είναι ανήλικη ή θύμα σεξουαλικής εκμετάλλευσης, η κ. Σούπερμαν απάντησε ότι συλλέγονται προηγουμένως πληροφορίες. Είπε ότι δεν έτυχε να έρθουν αντιμέτωποι με ανήλικη εκδιδόμενη, ενώ παραδέχθηκε ότι δεν μπορεί να γνωρίζουν εκ των προτέρων κατά πόσο μια γυναίκα είναι ή όχι θύμα σεξουαλικής εκμετάλλευσης. «Δεν πιστεύω ότι η πρακτική θυματοποιεί εκ νέου τη γυναίκα, γιατί δυστυχώς αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να την προστατέψει. Αν δεν γίνει, τότε θα πέσει θύμα ξανά και ξανά», υποστηρίζει η κ. Σούπερμαν.

«Προβληματική διαδικασία»
Το θέμα προβληματίζει πάντως το γραφείο της επιτρόπου Διοικήσεως, το οποίο εκφράζει ετοιμότητα να το εξετάσει, αφού αναγνωρίζει ότι ενδεχομένως να προκύπτουν θέματα παραβίασης ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Ο ανώτερος λειτουργός στο γραφείο της επιτρόπου Διοικήσεως Άριστος Τσιάρτας δήλωσε στον «Π» ότι πρόκειται περί «προβληματικής διαδικασίας, η οποία παρουσιάζει αυξημένους κινδύνους σε σχέση με τα ανθρώπινα δικαιώματα και άρα προβληματικότητα που αξίζει να τη δούμε».

«Το επιχείρημα από πλευράς αστυνομίας ότι αποτελεί τη μοναδική απεχθή λύση δεν μπορεί να γίνει αποδεκτό. Λύσεις υπάρχουν, φτάνει να υπάρχει η απαιτούμενη θέληση για αλλαγή. Από τις συζητήσεις με νομικούς και ειδικούς προκύπτει ως αναγκαίος ο εκσυγχρονισμός του δικαίου της απόδειξης μέσω της τροποποίησης της νομοθεσίας, ούτως ώστε να επιτρέπεται η παρακολούθηση τηλεπικοινωνιών υπόπτων, όπως ισχύει σε άλλες χώρες», σημειώνει η κ. Ξένια Κωνσταντίνου.
Ερώτημα για την πρακτική της αστυνομίας για πάταξη της σωματεμπορίας υπέβαλε στον υπουργό Δικαιοσύνης Ιωνά Νικολάου τον περασμένο Απρίλιο η βουλευτής του ΔΗΣΥ Στέλλα Κυριακίδου. Ο κ. Νικολάου απάντησε ότι η πρακτική των «συνεργατών» είναι σημαντικός παράγοντας για την εξασφάλιση ενισχυτικής μαρτυρίας που απαιτείται από την υφιστάμενη νομολογία για τη στοιχειοθέτηση των αδικημάτων αυτών ενώπιον του δικαστηρίου.

Γίνεται και αλλού;
Στην απάντηση του υπουργού Δικαιοσύνης στην κ. Κυριακίδου παρατίθενται και οι πρακτικές που εφαρμόζουν άλλες ευρωπαϊκές χώρες για την πάταξη της σωματεμπορίας. Στις περισσότερες χώρες στις οποίες αναφέρεται στην απάντησή του ο υπουργός (Ελλάδα, Λιθουανία, Βέλγιο, Ιρλανδία, Λουξεμβούργο) επιτρέπεται η παγίδευση τηλεφώνων και η ηχογράφηση συνομιλιών. Σε μερικές από αυτές, η χρήση ειδικών «συνεργατών» ή πρακτόρων επιστρατεύονται μόνο εάν κριθεί αναγκαίο, και στη Λετονία η διερεύνηση γίνεται όπως στην Κύπρο. 

Ηχογραφημένες συνομιλίες και άρση τηλεφωνικού απορρήτου

Επιτρέπεται από Σύνταγμα, δεν υπάρχει νόμος


Η αστυνομία αναγκάζεται λοιπόν να εφαρμόσει μια πρακτική «προβληματική» σύμφωνα και με το γραφείο της επιτρόπου Διοικήσεως, καθώς δεν μπορεί να στοιχειοθετήσει όπως υποστηρίζει διαφορετικά τέτοιου τύπου υποθέσεις στα δικαστήρια, λόγω του ότι δεν γίνονται σε αυτά δεκτές ηχογραφημένες ή τηλεφωνικές συνδιαλέξεις.

Το θέμα της άρσης του τηλεφωνικού απορρήτου απασχολεί τον τόπο εδώ και πολλά χρόνια. Πού βρίσκεται; Το Άρθρο 17 παράγραφος 2 του Συντάγματος επιτρέπει την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου κάτω από συγκεκριμένες συνθήκες, υπό την καθοδήγηση του γενικού εισαγγελέα. Για την ενεργοποίησή του, ωστόσο, χρειάζεται η θέσπιση νομοθεσίας. Από το 2010 διεξάγεται αυτή η συζήτηση, χωρίς να καταστεί εφικτό να θεσπιστεί ο εν λόγω νόμος.

Σε ποιο συμπέρασμα καταλήγουμε; Στο ότι ένα κράτος και μια κοινωνία ανέχεται να παραβιάζονται ενδεχομένως ανθρώπινα δικαιώματα σύμφωνα με τη δήλωση του ανώτερου λειτουργού του γραφείου της επιτρόπου Διοικήσεως Άριστου Τσιάρτα, από τον ίδιο τον προασπιστή του νόμου και της τάξης, εν ονόματι του νόμου.

Ποιος φταίει; Εύκολα ρίχνει τα βέλη κανείς στην αστυνομία. Δεν είναι όμως τόσο απλό το θέμα. Πρωτίστως, αποδεικνύεται από το ρεπορτάζ, ότι ευθύνη φέρουν και η Βουλή, το υπουργείο Δικαιοσύνης, αλλά και ευρύτερα το κράτος. Γιατί, προφανώς, το όλο θέμα δεν αποτελεί προτεραιότητα. Και είναι απορίας άξιο γιατί δεν αποτελεί προτεραιότητα, όταν όλες οι εκθέσεις φορέων, δομών και οργανισμών μεταξύ των οποίων και του Συμβουλίου της Ευρώπης, κατατάσσουν την Κύπρο πολύ ψηλά στον πίνακα με τις «επιδόσεις» στον τομέα της σεξουαλικής εκμετάλλευσης.
Σύμφωνα με πληροφορίες, το υπουργείο Δικαιοσύνης επεξεργάζεται πρόταση νόμου για την άρση του τηλεφωνικού απορρήτου. Εδώ και ενάμισι χρόνο.

Η πρόεδρος της ΓΟΔΗΣΥ σημειώνει: «Το υπουργείο Δικαιοσύνης οφείλει να προβεί άμεσα σε σχετική μελέτη του ζητήματος και να απαιτήσει εντός ευλόγου και λογικού χρονικού διαστήματος να του υποβληθούν συγκεκριμένες προτάσεις για να προχωρήσει άμεσα ο σχετικός εκσυγχρονισμός. Ας σταματήσει επιτέλους να θεωρείται ‘κανονικότητα’ το αδίκημα και λογικό το παράλογο εξαιτίας νομικών κωλυμάτων».

Πηγή: Εφημερίδα «ΠΟΛΙΤΗΣ»
Της Μαριλένας Ευαγγέλου
16/02/2015 - 10:01 
http://www.politis-news.com/cgibin/hweb?-A=285224&-V=articles 

1 σχόλιο:

  1. Αλήθεια σύγχρονη νομοθεσία για σύσταση και λειτουργία οίκων ανοχής υπάρχει; Θα έλυνε πολλά προβλήματα.

    ΑπάντησηΔιαγραφή